Η Βιογραφία του Ιησού, Μουσελλής Μανόλης – Σάββας, Β2

Τα πρώτα χρόνια

Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ο αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέφθηκε την μέλλουσα μητέρα του Ιησού, τη Μαριάμ και της είπε ότι θα φέρει στον κόσμο ένα ξεχωριστό παιδί που θα ήταν ο γιος[3] του Θεού και μάλιστα με έναν ξεχωριστό τρόπο αφού ήρθε στον κόσμο όχι με την συμβολή ανδρός αλλά με την θαυματουργή δύναμη του Θεού.

Η Βάπτιση του Ιησού Χριστού

Έτσι, ο Ιησούς γεννήθηκε περίπου το 6 π.Χ. στη Βηθλεέμ , μια πόλη του Ισραήλ, κοντά στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν, η Μαριάμ (Μαρία) και ο σύζυγός της Ιωσήφ, ένας πιστός άνθρωπος και μαραγκός στο επάγγελμα, πήραν τον Ιησού στην φτωχική κωμόπολη Ναζαρέτ όπου και τον μεγάλωσαν. Τα Ευαγγέλια δεν γράφουν πολλά για την παιδική και εφηβική ηλικία του Ιησού. Από τα λίγα που είναι γνωστά είναι οτι, άγγελος Κυρίου φάνηκε σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί με τη μητέρα του και να φύγει στην Αίγυπτο (Ματθ. Β’ 13-18) και έμειναν εκεί, μέχρι πού πέθανε ο Ηρώδης , που ήταν βασιλιάς της Ιουδαίας από το 44 π.Χ.. Ακόμα γνωρίζουμε οτι, ο Ιησούς επισκέφθηκε με τους γονείς του την Ιερουσαλήμ όπου ξαφνικά ανακάλυψαν ότι έλειπε. Τον βρήκαν στο ναό όπου συνομιλούσε με μορφωμένους άνδρες της πόλης οι οποίοι εξεπλάγησαν από τη σοφία του. Αργότερα, σύμφωνα πάντα με τα Ευαγγέλια, ο Ιησούς μεγάλωνε με τους γονείς του στη Ναζαρέτ ασκώντας το επάγγελμα του ξυλουργού όπως κι ο Ιωσήφ.

Διδασκαλία

Σύμφωνα με τις Εβραϊκές Γραφές, επρόκειτο να υπάρξει ένα πρόσωπο που θα προετοίμαζε τον κόσμο για τον ερχομό του Μεσσία· σύμφωνα με τους Ευαγγελιστές, αυτός ήταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ο οποίος ανέλαβε αυτό το προπαρασκευαστικό έργο. Όταν ο Ιησούς ήταν περίπου 30 ετών, ο Ιωάννης τον βάπτισε μέσα στον Ιορδάνη ποταμό καθώς αναγνώρισε στο πρόσωπό του τον αναμενόμενο Μεσσία. Όχι πολύ αργότερα από το γεγονός αυτό, ο Ιησούς ξεχώρισε μια ομάδα 12 πιστών ανθρώπων που ονομάστηκαν απόστολοι και οι οποίοι θα τον βοηθούσαν να διαδώσει το μήνυμά του. Ο Ιησούς κήρυξε στον κόσμο της υπαίθρου, στους ναούς και στις πόλεις και μίλησε για την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει άνθρωπος στο Θεό, δίδαξε τη συγχώρεση, και την υιοθέτηση μιας στάσης ζωής που να αγκαλιάζει με αγάπη τον συνάνθρωπο. Επίσης δίδαξε την ύπαρξη της αιώνιας ζωής που συνεχίζεται και μετά τον φυσικό θάνατο. Μια ζωή μέσα στην «Βασιλεία του Θεού». Η διδασκαλία του, έκανε τον Ιησού σύντομα γνωστό και η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα, όχι μόνο στο βορρά και στις περιοχές της Γαλιλαίας άλλα και στο νότο με τα αστικά κέντρα και ιδιαίτερα στην ιερή πόλη του Ιουδαϊσμού, στα Ιεροσόλυμα. Τα Ευαγγέλια περιγράφουν επίσης και διάφορα θαύματα που έγιναν από τον Ιησού, όπως η ανάσταση νεκρών, η μετατροπή του νερού σε κρασί, η θεραπεία αρρώστων, κ.ά.

Η αντιμετώπιση της διδασκαλίας του

Το μήνυμα του Ιησού είχε μεγάλη επίδραση στους ακροατές του και πολλοί από αυτούς θεώρησαν ότι πράγματι αυτός ήταν ο Μεσσίας. Άλλοι πάλι θεώρησαν ότι απλά ήρθε να προετοιμάσει τον ερχομό του πραγματικού Μεσσία ενώ κάποιοι είπαν πως ήταν κάποιος παλιός προφήτης που ήρθε και πάλι στη γη για να διδάξει. Μια ομάδα Εβραίων θρησκευτικών ηγετών κατηγόρησε τον Ιησού επειδή τα Σάββατα, την ιερή ημέρα ανάπαυσης των Ιουδαίων, συνέχιζε την διδασκαλία του. Επίσης κάποιοι από αυτούς δυσανασχετούσαν επειδή ο Ιησούς πλησίαζε με καλοσύνη ανθρώπους που θεωρούνταν ανάξιοι και ασεβείς. Μια μερίδα από τους Εβραίους ηγέτες ανησύχησε μήπως αυτός, που πολλοί νόμιζαν για Μεσσία, ξεκινήσει κάποια εξέγερση ενάντια στους Ρωμαίους και έτσι υπάρξει αναταραχή. Έτσι, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να θανατώσουν τον Ιησού και άρχισαν να ψάχνουν για οπαδούς του που θα ήταν πρόθυμοι να τον προδώσουν. Και βρήκαν τον μαθητή του Ιησού τον Ιούδα. Τα Ευαγγέλια μας περιγράφουν πως ο Ιησούς γνώριζε ότι έπρεπε να προετοιμαστεί για το τέλος του.

Ο θάνατος και η Ανάσταση

Ο Ιησούς μάζεψε τους αποστόλους μαζί για ένα τελευταίο γεύμα, που είναι γνωστό ως «μυστικός δείπνος». Εκεί εξήγησε στους μαθητές του ότι ο θάνατός του ήταν απαραίτητος επειδή θα καθιέρωνε μια νέα σχέση ανάμεσα στον Θεό και τους ανθρώπους. Πήρε το ψωμί και το κρασί από το τραπέζι, προσευχήθηκε και σε μια συγκινητική ατμόσφαιρα αποχαιρετισμού το μοίρασε στους αποστόλους του. Οι Χριστιανοί, σε ανάμνηση του γεγονότος αυτού έχουν καθιερώσει την θρησκευτική τελετή της Θείας Κοινωνίας.

Μετά από το δείπνο, ο Ιησούς και οι απόστολοι πήγαν στο Όρος των Ελαιών, ένα λόφο στην ανατολική πλευρά της Ιερουσαλήμ, και στον κήπο της Γεσθημανής. Σε αυτόν τον κήπο, ο μαθητής του Ιησού, Ιούδας, έφερε τους στρατιώτες για να συλλάβουν τον Ιησού. Αυτοί τον οδήγησαν μπροστά στους ηγέτες των Ιουδαίων, οι οποίοι πραγματοποίησαν μια σύντομη δίκη και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Οι νόμοι όριζαν πως για να πραγματοποιηθεί μια θανατική ποινή θα έπρεπε να εγκριθεί από τον ρωμαϊό κυβερνήτη της Ιουδαίας, Πόντιο Πιλάτο. Εκείνος προσπάθησε να αθωώσει τον Ιησού καθώς δεν έβρισκε κάτι επιλήψιμο εναντίον του. Μετά όμως από την απαίτηση του συγκεντρωμένου πλήθους, ο Πιλάτος καταδίκασε τον Ιησού σε θάνατο επάνω σε έναν σταυρό. Την επόμενη ημέρα οι ηγέτες των Ιουδαίων ζήτησαν από τον Πιλάτο να σφραγιστεί ο τάφος και να τοποθετηθεί φρουρά και αυτός ικανοποίησε το αίτημα τους. Σύμφωνα με τους συγγραφείς των Ευαγγελίων, μετά από τρεις μέρες το σώμα του Ιησού είχε εξαφανιστεί από εκεί και ο Ιησούς εμφανιζόταν κατά διαστήματα σε πολλούς από τους μαθητές του. Μετά το γεγονός αυτό της Ανάστασής του, πέρασε ακόμα 40 ημέρες στη γη και μετά «αναλήφθηκε»» δηλ. ανέβηκε προς τον ουρανό. Η ιστορία της Ανάστασης του Ιησού, είναι κεντρική στη χριστιανική πίστη. Οι Απόστολοί του συνέχισαν να διδάσκουν το μήνυμά του Ιησού Χριστού που βρήκε ανταπόκριση από πολλούς ανθρώπους τότε και σήμερα.

Σχολιάστε