Ο Πατριάρχης Αβραάμ

O_kosmos_thn_epoxh_twn_Patriarxwn

Η ΧΑΡΡΑΝ

 Η Χαρράν ήταν αρχαία πόλη της Μεσοποταμίας, στη σημερινή Τουρκία, εκεί όπου τώρα βρίσκεται το χωριό Αλτινμπασάκ, 44 χλμ ΝΑ της πόλης Ούρφα (η αρχαία Έδεσσα). Αναφέρεται στη Βίβλο αλλά και σε ασσυριακές επιγραφές. Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο βρισκόταν στο σύνορο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με τους Πέρσες. Στον ελληνικό κόσμο ήταν γνωστή ως Κάρραι.

 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΧΑΡΡΑΝ

 Η Χαρράν αποτέλεσε τμήμα της Ασσυριακής αυτοκρατορίας, μάλιστα ήταν η τελευταία πόλη που έπεσε στα χέρια των Περσών. Το 331 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο και μετά τον θάνατό του πέρασε στους Σελευκίδες οι οποίοι ίδρυσαν εκεί μακεδονική στρατιωτική αποικία.

Αργότερα αποτέλεσε τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στη Χαρράν μάλιστα δολοφονήθηκε το 217 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Καρακάλλας. Στη Χαρράν το 53 π.Χ. ο ρωμαϊκός στρατός, υπό την ηγεσία του Μάρκου Λικίνιου Κράσσου, γνώρισε ταπεινωτική ήττα από τους Πάρθους. Στη συνέχεια πέρασε στην κυριαρχία της Περσικής αυτοκρατορίας των Σασσανιδών, και αργότερα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού εκεί κατέφυγαν οι τελευταίοι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι.

Αργότερα αποτέλεσε πρωτεύουσα του αραβικού χαλιφάτου των Ομεϋαδών. Την εποχή των Ομεϋαδών γνώρισε μεγάλη ακμή και αποτέλεσε κέντρο μετάφρασης ελληνικών βιβλίων στην αραβική γλώσσα.

 Η ΧΑΡΡΑΝ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

(Γένεση 11,31-32. 12,4-5)

 Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, στη Χαρράν μετακινήθηκε ο Θάρρα και ο Αβραάμ, ο οποίος έζησε εκεί μέχρι τα 75 χρόνια του (Γένεση 11,31-32). Μετά από θεϊκή εντολή πήρε μαζί του τη γυναίκα του Σάρρα, τον Λωτ, όλα τα υπάρχοντά τους και όλους τους υπηρέτες που είχαν αποκτήσει στη Χαρράν, και έφυγαν για τη γη Χαναάν(Γένεση 12,4-5).

Ο Αβραάμ όταν ήταν πια σε βαθιά γεράματα, έστειλε στη Μεσοποταμία, στη Χαρράν, τον δούλο του Ελιέζερ για να βρει νύφη στον Ισαάκ. Ο Ελιέζερ, όταν έφτασε στη Χαρράν, εκεί που κατοικούσε ο Ναχώρ, αδερφός του Αβραάμ, διάλεξε ως πιο κατάλληλη για γυναίκα του Ισαάκ, τη Ρεβέκκα, κόρη του Βαθουήλ, γιου του Ναχώρ (Γένεση κεφ. 24).

Σε άλλο σημείο της Π. Διαθήκης αναφέρεται ότι σε ένα πηγάδι στη Χαρράν ο Ιακώβ συνάντησε τη Ραχήλ και τους βοσκούς, αλλά και ότι ο Αδάμ με την Εύα στη Χαρράν κατέφυγαν όταν εκδιώχθηκαν από τον Κήπο της Εδέμ.

Ο Θάρα ή Θάρρα ήταν γιός του Ναχώρ και απόγονος του Νώε. Ο Θάρα ήταν 70 ετών όταν απέκτησε τον Αβραάμ, τον Ναχώρ και τον Αρράν, ο οποίος ήταν ο πατέρας του Λώτ. Μετά έζησε άλλα 135 χρόνια

 Έζησε στην Ούρ των Χαλδαίων. Όταν ο Θεός ζήτησε από τον Αβραάμ να φύγει από την Ουρ, ο Θάρα πήγε μαζί με τον Αβραάμ, τη νύφη του Σάρα και τον εγγονό του Λωτ, στη Χαρράν της γης Χαναάν, όπου κατοίκησε μέχρι τα γεράματά του. Σύμφωνα με τη διήγηση της Βίβλου ο Θάρα πέθανε στη Χαρράν σε ηλικία 205 ετών (Γένεση 11,26-32).

Αναφέρεται στη γενεαλογική γραμμή από τον Νώε ως τον Αβραάμ (Α’ Παραλειπομένων 1,26) και στο γενεαλογικό πίνακα του Ιησού Χριστού (Λουκάς 3,34). Ο Θάρα εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).

Abraam_01Ο Αβραάμ υπήρξε πατριάρχης και ιδρυτής του εβραϊκού έθνους. Το αρχικό του όνομα είναι Άβραμ, έχει επικρατήσει όμως να ονομάζεται Αβραάμ, που σημαίνει «πατέρας ενός λαού» ή «πατέρας πλήθους (πολλών)».

Ήταν γιος του Θάρα (Θάρρα) και αδερφός του Ναχώρ και του Αρράν (Γένεση 11,26). Η οικογένειά του προερχόταν από τη φυλή του Σημ, αλλά κατοικούσε στην Ουρ των Χαλδαίων. Φαίνεται πως ο πατέρας του ήταν ειδωλολάτρης (Ιησούς του Ναυή 24,2). Παρόλα αυτά ο Αβραάμ στάθηκε ως παράδειγμα πίστης στην ιστορία γι’ αυτό και πήρε τον τίτλο του «φίλου του Θεού» (Β’ Παραλειπομένων 20,7). Σύζυγός του ήταν η Σάρρα ή Σάρα, αδερφή από πατέρα όχι όμως από μητέρα (Γένεση 11,29 και 20,12).

 Η ΚΛΗΣΗ

ΚΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ

 Ο Αβραάμ μετά το θάνατο του αδερφού του Ναχώρ, μαζί με την οικογένειά του, τον πατέρα του και τον ανιψιό του Λωτ, εγκατέλειψε την Ουρ για να πάει στη Χαρράν της Μεσοποταμίας (Γένεση 11,27-31).

 Μια μέρα ο Κύριος είπε στον Αβραάμ: «Φύγε από τη χώρα σου και πήγαινε σε μια χώρα που εγώ θα σου δείξω. Θα κάνω από σένα ένα μεγάλο έθνος και θα σε ευλογήσω, θα κάνω το όνομα σου ξακουστό και θα είσαι ευλογία για τους άλλους. Μ’ εσένα θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης».

Έτσι ο Αβραάμ αναχώρησε όπως του είπε ο Κύριος. Ήταν 75 ετών όταν έφυγε από τη Χαρράν. Μαζί του πήρε τη γυναίκα του τη Σάρα και το Λωτ, γιο του αδερφού του, όλα τα υπάρχοντα και τα κοπάδια των ζώων που είχαν συγκεντρώσει, καθώς επίσης τους δούλους που είχαν αποκτήσει στη Χαρράν και έφτασαν στη Χαναάν(Γένεση 12,1-5).

 Ο Αβραάμ διέσχισε τη χώρα ως την περιοχή της Συχέμ, την οποία τότε την κατοικούσαν οι Χαναναίοι. Εκεί του φανερώθηκε ο Κύριος και του είπε: «Αυτήν τη γη θα τη δώσω στους απογόνους σου». Τότε ο Αβραάμ έχτισε εκεί ένα θυσιαστήριο και πρόσφερε θυσία προς τον Κύριο. Μετά από εντολή του Θεού ο Αβραάμ προχώρησε προς τα βουνά και εγκαταστάθηκε στη Βαιθήλ. Έχτισε ακόμη ένα θυσιαστήριο για τον Κύριο και προσευχήθηκε σ’ αυτόν (Γένεση 12,6-9).

 Εκείνο τον καιρό ξέσπασε πείνα στη Χαναάν και ο Αβραάμ κατέβηκε στην Αίγυπτο γιατί η πείνα ήταν μεγάλη.

Εκεί φοβούμενος, μήπως κακοποιηθούν από τους κατοίκους, είπε ότι η Σάρρα ήταν αδερφή του μόνο από πατέρα και όχι από μητέρα. Η ομορφιά της Σάρρας τόσο πολύ γοήτεψε τους άρχοντες της Αιγύπτου, που την πήραν στα ανάκτορα του Φαραώ, προσφέροντας πλούσια δώρα στον Αβραάμ. Αλλά ο Κύριος χτύπησε με μεγάλες συμφορές το φαραώ και τους αυλικούς του και κάποια νύχτα, ο Φαραώ είδε ένα όνειρο που τον ανάγκασε να δώσει πίσω τη Σάρρα στον Αβραάμ και να τους διατάξει να φύγουν από την Αίγυπτο (Γένεση 12,10-20).

 ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ ΛΩΤ

 Ο Αβραάμ μετά τη φυγή από την Αίγυπτο πήγε προς το νότιο τμήμα της Χαναάν, μαζί με τη γυναίκα του τη Σάρρα και το Λωτ. Προχώρησε προς τη Βαιθήλ όπου εγκαταστάθηκε. Και ο Αβραάμ και ο Λωτ είχαν αποκτήσει αρκετά πρόβατα, βόδια και σκηνές. Η χώρα όμως δεν επαρκούσε για να κατοικήσουν και οι δύο μαζί, γιατί τα υπάρχοντα τους ήταν πάρα πολλά. Οι βοσκοί του Αβραάμ μάλωναν με τους βοσκούς του Λωτ.

 Ο Αβραάμ για να μην υπάρχει διαμάχη μεταξύ τους είπε στο Λωτ να διαλέξει την περιοχή που ήθελε να εγκατασταθεί. Ο Λωτ καθώς ήταν πλεονέκτης, διάλεξε την πιο εύφορη πεδιάδα που βρισκόταν στον ποταμό Ιορδάνη. Η επιλογή του όμως αυτή τον έφερε κοντά στην περιοχή των Σοδόμων και των Γομόρρων. Πριν καταστρέψει ο Κύριος τα Σόδομα και τα Γόμορρα, η περιοχή ήταν σαν παράδεισος, σαν τη χώρα της Αιγύπτου.

Έτσι ο Αβραάμ έμεινε στη Χαναάν ενώ ο Λωτ έστησε τις σκηνές του κοντά στα Σόδομα. Οι άνθρωποι όμως των Σοδόμων και των Γομόρρων ήταν πολύ κακοί και πάρα πολύ αμαρτωλοί ενώπιον του Κυρίου (Γένεση 13,1-13).

 Κατόπιν ο Αβραάμ έφυγε και εγκαταστάθηκε στη Μαβρή κοντά στη Χεβρών όπου έχτισε θυσιαστήριο στον Κύριο (Γένεση 13,18).

Αργότερα ο βασιλιάς της Ελάμ (Αϊλάμ) Χοδολλογομόρ μαζί με άλλους βασιλιάδες πολέμησαν με τα Σόδομα και τα Γόμορρα. Στον πόλεμο που ακολούθησε ο Χοδολλογομόρ και οι σύμμαχοί του νίκησαν και λεηλάτησαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα. Καθώς έφευγαν πήραν αιχμάλωτο τον Λωτ, μαζί με την οικογένειά του και όλα του τα υπάρχοντα (Γένεση 14,1-12).

 Κάποιος υπηρέτης του Λωτ που γλίτωσε ειδοποίησε τον Αβραάμ, ο οποίος όταν άκουσε ότι ο ανιψιός του αιχμαλωτίστηκε, εξόπλισε 318 από τους υπηρέτες του και μαζί με τον Μαμβρή τον Αμοραίο και τα αδέρφια του, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ. Τη νύχτα ο Αβραάμ χώρισε τους άντρες του σε μικρές ομάδες, επιτέθηκε στους εχθρούς και τους κατατρόπωσε. Τους καταδίωξε ως την περιοχή που είναι αριστερά της Δαμασκού και πήρε πίσω όλα τους τα λάφυρα. Ελευθέρωσε το Λώτ μαζί με την οικογένειά του και όλα του τα υπάρχοντα (Γένεση 14,13-16).

 Επιστρέφοντας συνάντησε τον ιερέα Μελχισεδέκ και βασιλιά του Σαλήμ ο οποίος τον ευλόγησε. Ο Αβραάμ τότε του έδωσε το ένα δέκατο από όλα τα λάφυρα, ενώ τα υπόλοιπα τα έδωσε στο βασιλιά των Σοδόμων (Γένεση 14,17-24).

 ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΑΒΡΑΑΜ

 Ύστερα από αυτά τα γεγονότα, ο Κύριος είπε σε όραμα στον Αβραάμ: «Μη φοβάσαι, Άβραμ. Εγώ είμαι η ασπίδα σου. Η ανταμοιβή σου θα είναι πάρα πολύ μεγάλη».

Ο Αβραάμ απάντησε: «Κύριε, εγώ φεύγω άτεκνος. Αφού δεν μου έδωσες απογόνους, κληρονόμος του σπιτιού μου θα είναι ο δούλος του σπιτιού μου, ο Ελιέζερ από τη Δαμασκό».

Ο Κύριος του αποκρίθηκε: «Δε θα σε κληρονομήσει αυτός, αλλά εκείνος που θα γεννηθεί από τα σπλάχνα σου.  Όπως είναι στον ουρανό τ’ αστέρια, έτσι αναρίθμητοι θα είναι και οι απόγονοι σου».

Ο Αβραάμ πίστεψε στον Κύριο και γι’ αυτή του την πίστη ο Κύριος τον αναγνώρισε δίκαιο. Ο Κύριος του είπε ακόμα: «Εγώ είμαι ο Κύριος, που σ’ έβγαλα από την Ουρ των Χαλδαίων, για να σου δώσω αυτή τη χώρα για ιδιοκτησία σου. Οι απόγονοί του  αφού πρώτα υποδουλωθούν στην Αίγυπτο θα επιστρέψουν και θα κατακτήσουν τη γη Χαναάν (Γένεση κεφ. 15)».

 Η ΑΓΑΡ ΚΑΙ Ο ΙΣΜΑΗΛ

 Τα χρόνια όμως περνούσαν  και η Σάρρα επειδή δεν έκανε παιδιά, έδωσε στον Αβραάμ τη δούλη της Άγαρ για μια νύχτα. Όταν η Άγαρ είδε ότι ήταν έγκυος, άρχισε να φέρεται στην κυρά της με περιφρόνηση. Τότε η Σάρρα άρχισε να κακομεταχειρίζεται την Άγαρ, κι εκείνη έφυγε από κοντά της.

Η Άγαρ από παρότρυνση του Θεού επέστρεψε και γέννησε γιο και ο Αβραάμ τον ονόμασε Ισμαήλ. Εκείνη την εποχή ο Άβραμ ήταν 86 ετών (Γένεση κεφ. 16).

 Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΡΑΑΜ

 Όταν ο Αβραάμ ήταν 99 ετών, του φανερώθηκε πάλι ο Κύριος και του είπε: «Εγώ είμαι ο Θεός παντοκράτορας. Να ζεις σύμφωνα με το θέλημα μου και να είσαι τέλειος. Θα συνάψω μαζί σου διαθήκη, και θα σου δώσω πολλούς απογόνους».

Ο Αβραάμ έπεσε με το πρόσωπο του στη γη και ο Κύριος του είπε: «Αυτή είναι η διαθήκη που κάνω μαζί σου. Δε θα ονομάζεσαι πια Άβραμ αλλά Αβραάμ γιατί θα σε κάνω πατέρα πλήθους εθνών. Θα αποκτήσεις πολλούς απογόνους και θα γίνεις γενάρχης λαών και βασιλιάδες θα προέλθουν από σένα. Τη διαθήκη μου τη συνάπτω μαζί σου, αλλά θα ισχύει και για όλες τις γενιές των απογόνων σου. Θα είναι διαθήκη αιώνια, ώστε να είμαι Θεός δικός σου και των απογόνων σου. Σ’ εσένα και τους απογόνους σου θα δώσω όλη τη χώρα όπου τώρα κατοικείς, όλη τη χώρα της Χαναάν».

Είπε ακόμα ο Θεός στον Αβραάμ: «θα πρέπει, όμως, να τηρείς τη διαθήκη μου τόσο εσύ όσο και οι επόμενες γενιές των απογόνων σου. Αυτή είναι η διαθήκη μου που θα τηρείτε: Κάθε αρσενικό παιδί θα περιτέμνεται. θα κάνετε την περιτομή, κι αυτή θα αποτελεί το σημείο της διαθήκης ανάμεσα σ’ εμένα και σ’ εσάς. Κάθε παιδί θα περιτέμνεται την όγδοη ημέρα από τη γέννησή του. Θα πρέπει οπωσδήποτε καθένας που γεννήθηκε στο σπίτι σου ή αγοράστηκε με χρήματα, να περιτέμνεται. Έτσι η διαθήκη μου θα μαρτυρείται στο σώμα σας και θα είναι διαθήκη αιώνια» (Γένεση 17,1-14).

 Έτσι ο Αβραάμ, σύμφωνα με τη διαταγή του Θεού άλλαξε το όνομά του, από «Άβραμ» που λεγόταν και σήμαινε «ο υψηλός ή υπέροχος πατέρας», σε «Αβραάμ» που σημαίνει «πατέρας πολλών». Την ίδια μέρα ο Αβραάμ έκανε περιτομή στο γιο του τον Ισμαήλ, αλλά και σε όλους τους άνδρες υπηρέτες του. Ο Αβραάμ ήταν 99 ετών, όταν έκανε περιτομή στον εαυτό του και ο Ισμαήλ δεκατριών.

 Δεκατρία χρόνια αργότερα ο Θεός παρουσιάστηκε πάλι στον Αβραάμ, κοντά στη Δρυ Μαμβρή, για να επαναλάβει την υπόσχεσή του ότι η Σάρρα θα γεννούσε γιο.

 Η φιλοξενία του Αβραάμ

Agia_Triada_19Αργότερα ο Κύριος παρουσιάστηκε και πάλι στον Αβραάμ, ενώ αυτός καθόταν στο άνοιγμα της σκηνής του κατά το μεσημέρι.

Ο Αβραάμ είδε τρεις άνδρες να στέκονται απέναντι του. Αμέσως έτρεξε να τους προϋπαντήσει και τους προσκύνησε ως τη γη. Ο Αβραάμ είπε: «Κύριε μου, αν έχω την εύνοια σου, μην προσπεράσεις το δούλο σου. Ας φέρουν λίγο νερό να πλύνετε τα πόδια σας, και μετά μπορείτε ν’ αναπαυθείτε κάτω από το δέντρο. Θα φέρω και λίγο ψωμί να πάρετε δύναμη, και μετά μπορείτε να πηγαίνετε». Εκείνοι απάντησαν: «Κάνε όπως είπες». Τότε ο Αβραάμ έτρεξε στη σκηνή και είπε στη Σάρρα: «Πάρε γρήγορα αλεύρι εκλεκτό, ζύμωσε το και κάνε πίτες». Μετά πήρε ένα μοσχάρι τρυφερό και καλό, το έδωσε στον υπηρέτη, κι εκείνος το ετοίμασε στα γρήγορα. Πήρε ακόμα βούτυρο, γάλα και το μοσχάρι που είχε ετοιμάσει και τα έβαλε μπροστά στους άνδρες. Αυτός στεκόταν απέναντι τους κάτω από τα δέντρα ενώ εκείνοι έτρωγαν.

 Τότε ρώτησαν τον Αβραάμ: «Πού είναι η Σάρρα η γυναίκα σου;» Αυτός απάντησε: «Εκεί, στη σκηνή». Και ο Κύριος είπε: «Του χρόνου τέτοια εποχή θα ξανάρθω και η γυναίκα σου η Σάρρα θα έχει γιο».

Η Σάρρα τα άκουγε όλα αυτά, γιατί στεκόταν από πίσω του, στο άνοιγμα της σκηνής. Ο Αβραάμ και η Σάρρα ήταν γέροντες προχωρημένης ηλικίας, και γι’ αυτό η Σάρρα γέλασε κρυφά καθώς σκεφτόταν: «Αφού γέρασα, είναι δυνατό να κάνω παιδί; Και ο άντρας μου είναι κι αυτός γέροντας».

Αλλά ο Κύριος είπε στον Αβραάμ: «Γιατί γέλασε η Σάρρα; Γιατί αμφιβάλλει ότι θ’ αποκτήσει γιο τώρα που γέρασε; Τίποτα δεν είναι αδύνατο για τον Κύριο! Όταν την ίδια εποχή ύστερα από ένα χρόνο θα ξανάρθω σπίτι σου, η Σάρρα θα έχει γιο» (Γένεση 17,15-27 και 18,1-15).

Ο ΑΒΡΑΑΜ ΜΕΣΟΛΑΒΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΣΟΔΟΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΓΟΜΟΡΡΑ

 Όταν ο Θεός φανέρωσε στον Αβραάμ την επερχόμενη καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων, ο Αβραάμ παρακάλεσε να μην το πράξει (Γένεση 18,16-33). Μετά εγκαταστάθηκε στα Γέραρα όπου και πάλι παρουσίασε τη Σάρρα ως αδερφή του (Γένεση 20,2,12).

 Από ‘κει οι άντρες έφυγαν και κατευθύνθηκαν προς τα Σόδομα. Ο Αβραάμ βάδιζε μαζί τους για να τους κατευοδώσει. Τότε ο Κύριος είπε: «Η κακή φήμη των Σοδόμων και των Γομόρρων διαδόθηκε πολύ και η αμαρτία τους είναι πολύ βαριά. Θα κατεβώ, λοιπόν, να εξακριβώσω αν αληθεύουν όλες αυτές οι διαδόσεις που έφτασαν ως εμένα». Οι δύο από τους άνδρες έφυγαν από ‘κει και κατευθύνθηκαν προς τα Σόδομα. Αλλά ο Κύριος παρέμεινε ακόμη μαζί με τον Αβραάμ.

Πλησίασε τότε ο Αβραάμ και του είπε: «θα καταστρέψεις τους δικαίους μαζί με τους αμαρτωλούς; Ίσως υπάρχουν κάποιοι δίκαιοι στην πόλη. θα τους καταστρέψεις κι αυτούς; Δε θα συγχωρήσεις την περιοχή για χάρη των λίγων δικαίων που βρίσκονται σ’ αυτήν; Δε γίνεται να θανατώσεις δικαίους κι αμαρτωλούς μαζί, σαν να ήταν όλοι το ίδιο. Δεν είναι δυνατό! Ο κριτής όλης της γης δεν πρέπει να αποδώσει δικαιοσύνη;»

Ο Κύριος του απάντησε: «Αν βρω στην πόλη των Σοδόμων έστω και δέκα δικαίους, δε θα καταστρέψω την πόλη και την περιοχή για χάρη των δέκα» (Γένεση 18,16-33).

 Οι δυο άγγελοι έφτασαν στα Σόδομα το βράδυ. Ο Λώτ τους φιλοξένησε και τους περιποιήθηκε. Πριν όμως κοιμηθούν, οι άντρες των Σοδόμων περικύκλωσαν από παντού το σπίτι. Ήταν εκεί όλος ο αντρικός πληθυσμός της πόλης, νέοι και γέροι, οι οποίοι φώναζαν στο Λωτ και ήθελαν να κακοποιήσουν τους δύο ξένους.

Τότε οι δύο άγγελοι τύφλωσαν όλους όσους ήταν έξω από το σπίτι και είπαν στο Λωτ να πάρει την οικογένειά του και να φύγει από την πόλη γιατί όλη η περιοχή θα καταστραφεί. Να φύγει και να μην κοιτάξει πίσω του ότι και να γίνει.

 Όταν ο Λωτ απομακρύνθηκε τότε ο Κύριος άφησε από τον ουρανό να βρέξει θειάφι και φωτιά στα Σόδομα και στα Γόμορρα. Οι πόλεις εκείνες και οι κάτοικοί τους καθώς και όλη η γύρω περιοχή και η βλάστηση της καταστράφηκαν. Η γυναίκα όμως του Λωτ παρέβη την προειδοποίησή του αγγέλου και κοίταξε πίσω για να δει τι συνέβαινε και αμέσως έγινε στήλη άλατος (Γένεση 19,1-29).

 ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ ΑΒΙΜΕΛΕΧ

 Ο Αβραάμ αναχώρησε από ‘κει για τα νότια της Χαναάν και εγκαταστάθηκε στα Γέραρα. Εκεί, όπως και στην Αίγυπτο, επειδή φοβόταν μήπως κακοποιηθούν από τους κατοίκους, παρουσίασε τη Σάρρα για αδερφή του.

Έτσι, ο Φιλισταίος βασιλιάς των Γεράρων Αβιμέλεχ έστειλε και πήρε τη Σάρρα στο παλάτι του. Τη νύχτα όμως παρουσιάστηκε ο Θεός στο όνειρο του και του πρόσταξε επειδή ήταν δίκαιος να μην αμαρτήσει παίρνοντας τη γυναίκα που ανήκει σε άλλο, και πολύ περισσότερο σ’ ένα δίκαιο όπως ο Αβραάμ. Και εξαιτίας του περιστατικού έκανε ο Κύριος, ώστε καμιά γυναίκα στο παλάτι να μην μπορεί να γεννήσει.

 Τότε ο Αβιμέλεχ πήρε χίλια δίδραχμα, πρόβατα και βόδια, δούλους και δούλες και τα έδωσε ως δώρα στον Αβραάμ. Μαζί του έδωσε πίσω και τη Σάρρα τη γυναίκα του και του πρόσταξε να μείνει όπου του αρέσει. Τότε ο Αβραάμ προσευχήθηκε στον Κύριο για τον Αβιμέλεχ και ο Θεός τον απάλλαξε και έτσι μπορούσαν η γυναίκα του και οι δούλες του να γεννούν και πάλι (Γένεση κεφ. 20).

Αργότερα ο Αβραάμ και ο Αβιμέλεχ έκαναν συμφωνία ειρήνης και ανανέωσαν τη φιλία τους. Κατά τη συμφωνία ο Αβραάμ παραπονέθηκε στον Αβιμέλεχ για τα πηγάδια που άνοιξε ο Αβραάμ και οι δούλοι του Αβιμέλεχ τα είχαν πάρει με τη βία. Ο Αβιμέλεχ δεν γνώριζε το περιστατικό και διέταξε να αποδοθούν στον Αβραάμ τα πηγάδια. Τότε ο Αβραάμ πήρε πρόβατα και μοσχάρια και τα έδωσε ως δώρα στον Αβιμέλεχ. Ο Αβραάμ ξεχώρισε εφτά αρνιά και τα έδωσε στον Αβιμέλεχ, ως απόδειξη ότι αυτός άνοιξε το πηγάδι που ονομάστηκε Πηγάδι του όρκου. Ο Αβιμέλεχ επέστρεψε στο παλάτι του και ο Αβραάμ φύτεψε ένα κυπαρίσσι εκεί στο πηγάδι και προσευχήθηκε στον Κύριο. Και έμεινε ο Αβραάμ στη χώρα των Φιλισταίων για πολύ καιρό (Γένεση 21,22-34).

 Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ ΚΑΙ Η ΕΚΔΙΩΞΗ ΤΗΣ ΑΓΑΡ

 Ο Κύριος φρόντισε για τη Σάρρα, όπως είχε υποσχεθεί. Έτσι η Σάρρα έμεινε έγκυος και γέννησε ένα γιο στον Αβραάμ, στα γηρατειά του, στο χρόνο που του είχε ορίσει ο Κύριος. Ο Αβραάμ ονόμασε το γιο που του γέννησε η Σάρρα, Ισαάκ. Ο Αβραάμ ήταν εκατό ετών όταν γεννήθηκε ο Ισαάκ (Γένεση 21,1-8).

 Μια μέρα η Σάρρα είπε στον Αβραάμ να διώξει την Άγαρ και το παιδί της, έτσι ώστε ο Ισμαήλ να μην έχει δικαιώματα κληρονομιάς με τον Ισαάκ.

Τα λόγια αυτά δεν άρεσαν καθόλου στον Αβραάμ, αλλά με παρότρυνση του Κυρίου ότι θα φροντίσει ο ίδιος για την Άγαρ, ο Αβραάμ την έδιωξε μαζί με το παιδί.

Πράγματι ο Κύριος φρόντισε την Άγαρ όσο ήταν στην έρημο και όταν το παιδί μεγάλωσε εγκαταστάθηκε στην έρημο Φαράν και έγινε τοξότης.  Κατόπιν η μάνα του του διάλεξε γυναίκα από την Αίγυπτο (Γένεση 21,9-21).

 Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΣΑΡΡΑΣ

 Μετά από 12 χρόνια η Σάρρα πέθανε σε ηλικία 127 ετών στη Χεβρών (Αρβόκ ή Κιριάθ-Αρβά), στη Χαναάν. Ο Αβραάμ τη θρήνησε και την πένθησε εκεί. Ύστερα πήγε και μίλησε στους Χετταίους κατοίκους της Χεβρών και τους ζήτησε να του δώσουν έναν ιδιόκτητο τάφο για να θάψει τη γυναίκα του. Οι κάτοικοι της πόλης, επειδή τον θεωρούσαν άνθρωπο ευνοημένο του Θεού, του είπαν να κάνει ότι είναι απαραίτητο.

Ο Αβραάμ προσκύνησε τους Χετταίους κατοίκους της πόλης και τους ζήτησε να παρακαλέσουν τον Εφρών, γιο του Σαάρ, να του πουλήσει το σπήλαιο Μαχπελά, που ανήκει σ’ αυτόν και βρίσκεται στην άκρη του αγρού του, για ιδιόκτητο τάφο.

Ο Εφρών αποκρίθηκε στον Αβραάμ για να τον ακούσουν όλοι ως μάρτυρες, ότι του χαρίζει τον αγρό και το σπήλαιο που βρίσκεται σ’ αυτόν. Τότε ο Αβραάμ προσκύνησε πάλι τους Χετταίους και είπε στον Εφρών για να τον ακούσουν όλοι, ότι θέλει ν’ αγοράσει τον αγρό. Ο Εφρών είπε στον Αβραάμ ότι η γη αξίζει 400 ασημένιους σίκλους.

Τότε ο Αβραάμ συμφώνησε με τον Εφρών και του ζύγισε την ποσότητα του ασημιού που είχε αυτός ορίσει παρουσία των Χετταίων. Έτσι, ο αγρός του Εφρών στη Μαχπελά, απέναντι από τη Μαμβρή, μαζί με το σπήλαιο και όλα τα δέντρα που ήταν μέσα σ’ αυτόν σε όλη του την έκταση, περιήλθαν στην ιδιοκτησία του Αβραάμως ιδιόκτητος τάφος. Το δικαίωμα του αυτό αναγνωρίστηκε από όλους τους Χετταίους που ήταν εκεί παρόντες στην πύλη της πόλης. Έπειτα απ’ αυτά, ο Αβραάμ έθαψε τη γυναίκα του τη Σάρρα στο σπήλαιο του αγρού της Μαχπελά (Γένεση κεφ. 23).

 ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ

 Ο Αβραάμ όταν ήταν 140 ετών, έστειλε στη Μεσοποταμία τον δούλο του Ελιέζερ για να βρει νύφη στον Ισαάκ. Έτσι ο Αβραάμ πάντρεψε το γιο του με τη Ρεβέκκα  (Γένεση 24,1-28). Αργότερα, παρόλο που ήταν πολύ γέρος, παντρεύτηκε τη Χεττούρα από την οποία απέκτησε 6 γιους, τον Σομβράν (Ζεμβράμ ή Ζιμράν), τον Ιεζάν (Ιεξάν ή Ιοξάν), τον Μαδάλ (Μαδάμ ή Μαδά), τον Μαδιάμ (Μαδιάν), τον Ιεσβώκ (Σοβάκ ή Ισβάκ) και τον Σωκέ (Σωέ ή Σουάχ), οι οποίοι ίδρυσαν αντίστοιχες φυλές (Γένεση 25,1-4. Α’ Παραλειπομένων 1,32-33).

Ο Αβραάμ μεταβίβασε όλη του την περιουσία στον Ισαάκ. Στα παιδιά των παλλακίδων του έδωσε δώρα και τα έστειλε, ενώ ακόμα ζούσε, μακριά από τον Ισαάκ σε χώρα της Ανατολής (Γένεση 25,5).

Ο Αβραάμ έζησε 175 χρόνια και πέθανε σε βαθιά γεράματα. Οι γιοι του Ισαάκ και Ισμαήλ τον έθαψαν στη σπηλιά Μαχπελά, στον αγρό του Εφρών, εκεί που είχε ταφεί και η Σάρρα (Γένεση 23,1-20. 25,7-10).

 Ο ΑΒΡΑΑΜ Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 Η ζωή του Αβραάμ ήταν ζωή πίστης προς το Θεό και τον αποκάλεσαν «φίλο του Θεού». Την πίστη αυτή δεν την πρόδωσε ακόμα και όταν πήρε την εντολή από το Θεό να θυσιάσει τον μονογενή του γιο τον Ισαάκ. Ο Θεός φανερώθηκε αρκετές φορές στον Αβραάμ και του αποκαλύφθηκε μέσα από οράματα αλλά και την επίσκεψη αγγέλων στο σπίτι του. Εκτός όμως της πίστης του ήταν άνθρωπος φιλόξενος γεμάτος αγάπη για τους άλλους, πράος και ειρηνικός. Η μεγάλη του καρδιά φάνηκε και στα γεγονότα όπου χάρισε την πιο εύφορη γη στον αχάριστο Λωτ, αλλά και στη συνομιλία που είχε με το Θεό προκειμένου να Τον πείσει να ματαιώσει τα σχέδια Του για την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων.

Ο Αβραάμ θεωρείται ως «πατριάρχης» και γενάρχης του Ισραηλιτικού γένους (Πράξεις 13,26), του λευιτικού ιερατείου (Εβραίους 7,5), και του Ιησού Χριστού (Ματθαίος 1,17). Το πρόσωπο του Αβραάμ τιμάται με μοναδικό τρόπο από Ιουδαίους, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους. Η ιστορία του περιγράφεται με λεπτομέρειες στο βιβλίο της Γένεσης (11,26-25,10).

Στην Καινή Διαθήκη, και στην προς Εβραίους επιστολή, ο Αβραάμ αναφέρεται μεταξύ των ηρώων της πίστεως (προς Εβραίους 11,8-19). Ακόμη αναφέρεται στις γενεαλογίες των Ισραηλιτών (Α’ Παραλειπομένων 1,27-28). Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του την Κυριακή προ του Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων) μεταξύ 18 και 24 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

Το συγκινητικό επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης, που ο Αβραάμ επιχείρησε να προσφέρει το παιδί του θυσία στο Θεό, για να δείξει τη μεγάλη του πίστη, έγινε πηγή έμπνευσης πολλών μεγάλων καλλιτεχνών, ιδιαίτερα στην εποχή της Αναγέννησης. Ακόμη η θυσία του Αβραάμ ήταν το επεισόδιο που ενέπνευσε πολλούς ποιητές.

Σχολιάστε