Μωϋσής – πορεία προς την ελευθερία

Ο Θεός συνοδεύει και προστατεύει ένα
λαό που πορεύεται στην έρημο

Τ α πολύ παλιά χρόνια οι Ισραηλίτες ζούσαν στην Αίγυπτο και ήταν υπόδουλοι. Τα βάσανά τους ήταν πολλά και η ταλαιπωρία τους μεγάλη. Ο Θεός που έβλεπε τη δυστυχία τους, τους βοήθησε να απελευθερωθούν και τους υποσχέθηκε μια χώρα, όπου θα ζούσαν ελεύθεροι και χαρούμενοι. Όμως αυτή η νέα πατρίδα βρισκόταν πολύ μακριά από την Αίγυπτο και για να φτάσουν εκεί έπρεπε να πεζοπορήσουν, να περάσουν θάλασσα, να διασχίσουν ερημιές.
Ένας ολόκληρος λαός, άντρες, γυναίκες, παιδιά, πορευόταν στην έρημο. Σε κάθε δύσκολη στιγμή αυτής της μεγάλης κι επικίνδυνης πορείας είχαν την αγάπη, τη βοήθεια και την προστασία του Θεού. Αρκετές φορές όμως ξεχνούσαν το Θεό και τις ευεργεσίες του. Γκρίνιαζαν και παραπονούνταν για τις δυσκολίες.
Ο Μωυσής, ο άνθρωπος που διάλεξε ο Θεός για αρχηγό τους, λυπόταν που οι συμπατριώτες του ξεχνούσαν τόσο εύκολα. Προσευχόταν, λοιπόν, θερμά για το λαό του. Κι ο Θεός, που δεν αφήνει τα πλάσματά του στην απελπισία, έδινε γρήγορα απάντηση. Έτσι όταν κυνηγήθηκαν από τους Αιγυπτίους κι έφτασαν ως την Ερυθρά θάλασσα,

τα νερά χωρίστηκαν με θαυμαστό τρόπο και πέρασαν απέναντι μόνο οι Ισραηλίτες, γλιτώνοντας οριστικά από τους διώκτες τους.
Άλλοτε υπέφεραν από έλλειψη τροφής. Τότε ένα σμήνος ορτύκια πέταξε χαμηλά πάνω από τα κεφάλια τους. Εξασφαλίστηκε η τροφή. Και το άλλο πρωί μια σκόνη από λευκούς κόκκους κάλυψε την έρημο. «Τι είναι αυτό;» ρωτούσαν μεταξύ τους οι Ισραηλίτες. «Είναι το μάννα, το ψωμί που σας στέλνει ο Θεός», απάντησε ο Μωυσής. Και έτσι για πολύ καιρό είχαν τροφή που ήρθε από τον ουρανό.
Αλλά και όταν αργότερα υπέφεραν από δίψα, ο Θεός συμβούλεψε το Μωυσή να χτυπήσει ένα βράχο με το ραβδί του κι αμέσως πετάχτηκε νερό άφθονο για όλο το λαό. Kαι μέχρι να φθάσουν στη νέα τους πατρίδα οι ευεργεσίες του Θεού δε σταμάτησαν.

Εικόνα
Μαθαίνω τις λέξεις

Εικόνα
πορευόταν: (πορεύομαι): Βάδιζε, προχωρούσε.

Σχολιάστε